καινότης

καινότης
καινότης, ητος, ,
A newness, freshness, Plu.Per.13;

αἱ τῶν δερμάτων -τητες Philostr.Ep.18

.
2 novelty,

λόγου Th.3.38

;

τῶν εὑρημένων Isoc.10.2

;

Χρὴ γὰρ εἰς ὄχλον φέρειν . . ὅσ' ἄν τις καινότητ' ἔχειν δοκῇ Anaxandr.54.6

; ἡ ἐν τοῖς σχηματισμοῖς κ. D.H.Amm.2.3: pl., καινότητες novelties, Isoc.2.41;

αἱ κ. καὶ αἱ ὑπερβολαὶ τῶν τιμῶν D.C. 44.3

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καινότης — καινότης, ἡ (Α) [καινός] 1. η καινούργια κατάσταση ενός πράγματος, η νέα μορφή («αἱ τῶν δερμάτων καινότητες», Φιλόστρ.) 2. η ιδιότητα τού καινοφανούς, η πρωτοτυπία, το καινοφανές («καινότης λόγου», Θουκ.) 3. στον πληθ. αἱ καινότητες νέα πράγματα… …   Dictionary of Greek

  • καινότης — newness fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινοτήτων — καινότης newness fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότησι — καινότης newness fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότητα — καινότης newness fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότητας — καινότης newness fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότητες — καινότης newness fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότητι — καινότης newness fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότητος — καινότης newness fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινότητ' — καινότητα , καινότης newness fem acc sg καινότητι , καινότης newness fem dat sg καινότητε , καινότης newness fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καινός — ή, ό (AM καινός, ή, όν) αυτός που γίνεται ή εμφανίζεται για πρώτη φορά, νέος, καινούργιος («θυτῆρα καινῷ καινὸν ἐν πεπλώματι», Σοφ.) 2. φρ. «Καινή Διαθήκη» (σε αντιδιαστολή με την Παλαιά Διαθήκη) το βιβλίο που περιέχει τα ιερά βιβλία τής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”